Ένα φαινόμενο που συχνά φαίνεται να ταράσσει τα νερά της οικογενειακής ζωής είναι το διαζύγιο των γονέων. Πολλές φορές οι σύζυγοι όντας παντρεμένοι πολλά ή λίγα έτη αποφασίζουν να διακόψουν την κοινή πορεία ζωής και να τερματίσουν το γάμο τους, είτε έχουν αποκτήσει παιδιά είτε όχι.
Στην περίπτωση που υπάρχουν παιδιά ως μέλη της οικογένειας που βιώνει ή πρόκειται να βιώσει ένα διαζύγιο είναι εύλογο να γίνει μια ανασκόπηση και ακόμη καλύτερα μια εφαρμογή των κατάλληλων χειρισμών που θα επιτρέψουν στα παιδιά να συνειδητοποιήσουν τη νέα πραγματικότητα, να αποδεχτούν την αλλαγή και να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες (Dreman, 2000).
Πως επηρεάζει το διαζύγιο των γονέων τα παιδιά;
Οι παράγοντες που καθορίζουν το είδος και το μέγεθος της επίδρασης του διαζυγίου στα παιδιά είναι πολλαπλοί και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων: α. τα χαρακτηριστικά της διαφωνίας των γονέων (ένταση, διάρκεια κ.α) πριν την απόφαση να χωρίσουν, β. τη σχέση που είχε αναπτύξει τα παιδιά με τον κάθε γονέα ξεχωριστά, γ. το ευρύτερο συγγενικό και φιλικό περιβάλλον (παππούδες, συγγενείς, φίλοι της οικογένειας), δ. την ανταπόκριση των γονέων στις ανάγκες των παιδιών κατά τη φάση του διαζυγίου, ε. την ψυχολογική κατάσταση και την αναπτυξιακή φάση του παιδιού.
Στο σημείο αυτό χρειάζεται να επισημανθεί πως το διαζύγιο των γονέων δεν σημαίνει απαραίτητα αρνητική επίδραση στα παιδιά σε κάθε οικογένεια.
Ωστόσο σε αρκετές περιπτώσεις το γονεϊκό διαζύγιο πέρα από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις που πιθανόν επιφέρει, ως έντονη αλλαγή του περιβάλλοντος, μπορεί να διεγείρει το μηχανισμό του άγχους και να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην συμπεριφορά του παιδιού και στην ψυχοσυναισθηματική του κατάσταση (Wallerstein,1991; Fagan & Churchill, 2012).
Έτσι, μπορεί να παρατηρηθούν:
⦁ Απόσυρση και αποστασιοποίηση του παιδιού και απόκρυψη γεγονότων
⦁ Υπερβολική προσκόλληση στο γονέα που παραμένει στο σπίτι
⦁ Προβλήματα συμπεριφοράς (όπως επιθετικότητα, παρορμητικότητα, αντικοινωνική συμπεριφορά) (Fagan & Churchill, 2012).
⦁ Χαμηλές σχολικές επιδόσεις (ίσως και με ξαφνική πτώση αυτών) και έλλειψη συγκέντρωσης
⦁ Συναισθηματικές δυσκολίες (εκρήξεις θυμού, υπερβολικό κλάμα χωρίς αντίστοιχη αιτιολογία)
⦁ Παλινδρόμηση σε προγενέστερο αναπτυξιακό στάδιο (απώλεια ελέγχου των σφιγκτήρων, διαταραχές του λόγου και της ομιλίας)
⦁ Δημιουργία κρίσεων και αναταραχών ώστε να επιτευχθεί αλληλεπίδραση και επικοινωνία μεταξύ των γονέων
⦁ Σωματοποίηση του άγχους (πονοκέφαλοι, πόνος στην κοιλιά, αϋπνία, εφιάλτες)
⦁ Επίμονοι φόβοι για τον εαυτό (ότι θα πάθει κάτι κακό το ίδιο το παιδί), φόβος θανάτου γονέων, άγχος αποχωρισμού
⦁ Διατροφικές διαταραχές
⦁ Καταθλιπτικά συμπτώματα
⦁ Ενοχικά αισθήματα (το παιδί μπορεί να νιώσει ότι είναι υπεύθυνο για το χωρισμό των γονέων)
Στα βρέφη, κατά το διαζύγιο των γονέων, μπορεί να μην παρατηρούνται αυτές οι επιπτώσεις, ωστόσο η απώλεια του ενός από τους δύο γονείς από το σπίτι μπορεί να επηρεάσει και πάλι, με ενδείξεις να διαφαίνονται στη διατροφική συμπεριφορά ή στη συμπεριφορά ύπνου και στη διάθεση του βρέφους. Υπάρχουν ακόμη πιθανότητες το μωρό μεγαλώνοντας αν δεν έχει επαφή με τον άλλον γονιό να μην αναπτύξει σύνδεση μαζί του και να δυσκολευτεί αργότερα κατά την ενηλικίωση με τις σχέσεις του λόγω έλλειψης του μοντέλου του ζεύγους .
Καλές πρακτικές για τη διαχείριση του διαζυγίου σε σχέση με τα παιδιά
Παρόλο που τα αναφερόμενα δεν αποτελούν πανάκεια και δεν υπάρχουν γενικώς ορθές πρακτικές κοινές για όλες τις οικογένειες, κάποιοι συγκεκριμένοι τρόποι διαχείρισης φαίνεται να βοηθούν:
⦁ Η ανακοίνωση του διαζυγίου να γίνεται και από τους δύο γονείς στα παιδιά, μόνο όταν θα είναι πλήρως βέβαιο, και όσο το δυνατόν πιο κοντά στην αλήθεια, χωρίς εντάσεις και με πληροφορίες που μπορούν να διαχειριστούν τα παιδιά ανάλογα με την ηλικία τους. Καλό είναι η ανακοίνωση του διαζυγίου να ακολουθείται και από την ανακοίνωση ενός πλάνου για το επόμενο στάδιο και για τις αλλαγές που θα γίνουν.
⦁ Θα βοηθούσε αρκετά τα παιδιά η παραμονή στον ίδιο τόπο κατοικίας (σπίτι, περιοχή) και στο ίδιο σχολικό περιβάλλον καθώς θα έχουν ήδη επιφορτιστεί με μια αλλαγή στην οικογένεια, την οποία και θα πρέπει να διαχειριστούν. Οι επιπρόσθετες αλλαγές αν δεν είναι απολύτως αναγκαίες, καλύτερα να αποφεύγονται.
⦁ Η διατήρηση του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου ως έχει, όσο αυτό είναι εφικτό.
⦁ Η ενημέρωση συγγενών και φίλων ώστε κι εκείνοι να πλαισιώσουν κατάλληλα το παιδί.
⦁ Η παραμονή όλων των παιδιών με τον γονέα που θα αναλάβει την φροντίδα τους (να μην χωρίζονται τα αδέρφια).
⦁ Τα παιδιά να βλέπουν επαρκώς τον γονέα που έχει φύγει από το σπίτι
⦁ Να τηρούνται τα συμφωνημένα ωράρια και οι χρόνοι παραμονής των παιδιών με τον κάθε γονέα για να μην αποτελούν αντικείμενα νέων συγκρούσεων (σαφείς, καθορισμένες και συνεπείς επισκέψεις)
⦁ Να τηρείται μια κοινή γραμμή των γονέων ως προς τα παιδιά (ίδιοι κανόνες και όρια και στα δύο σπίτια)
⦁ Να αποφεύγονται συμπεριφορές εχθρότητας και απόδοσης κατηγοριών στον άλλον γονέα
⦁ Να αποφεύγονται οι μεταφορές μηνυμάτων στον άλλον γονέα ή η παρακίνηση των παιδιών σε συμπεριφορές κατασκοπείας
⦁ Η προσαρμογή των ίδιων των γονέων στις νέες συνθήκες και η φροντίδα του δικού τους εαυτού με τη διαχείριση φόβων ή αρνητικών συναισθημάτων
⦁ Να μην αποδίδονται στα παιδιά ευθύνες δυσανάλογες με την ηλικία τους και ειδικά ευθύνες συναισθηματικής στήριξης και συμμαχίας με κάποιον από τους γονείς
⦁ Να δίνεται χώρος και χρόνος στα παιδιά για την επεξεργασία των συναισθημάτων τους
Αν και αυτές είναι μερικές από τις ασφαλείς πρακτικές διαχείρισης ζητημάτων του διαζυγίου σε σχέση με τα παιδιά, σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να παραβλέπεται η εξατομικευμένη βίωση των καταστάσεων και των γεγονότων από όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως της ηλικίας τους (παιδιά-ενήλικες). Για το λόγο αυτό σε στιγμές ανάγκης η συμβολή των ειδικών μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη για την ομαλότερη προσαρμογή σε νέες συνθήκες.
Πηγή: paidagogiko.gr/