Ένα θέμα που συχνά απασχολεί τους γονείς είναι το πότε θα μιλήσει το παιδί τους. Οι ανησυχίες ξεκινούν όταν το παιδί πλησιάζει την ηλικία των τριών ετών και παρόλα αυτά ο προφορικός λόγος είναι ανύπαρκτος ή αρκετά μειωμένος σε σύγκριση με τα συνομήλικα παιδιά.
Όπως προκύπτει από τη βιβλιογραφία το 4% των παιδιών παρουσιάζει καθυστερημένη ανάπτυξη του προφορικού λόγου. Αξίζει να αναφερθεί πως οι διαταραχές λόγου και ομιλίας εμφανίζονται συχνότερα στα αγοράκια απ’ ότι στα κοριτσάκια με αναλογία 3:1.
Τι ευθύνεται όμως γιαυτό; Ποιοι είναι οι παράγοντες επικινδυνότητας;
Οι παράγοντες που μπορεί να ευθύνονται για την καθυστερημένη έναρξη της ομιλίας μπορεί να είναι:
• Περιγεννητικοί παράγοντες. Οι επιπλοκές κατά τη διάρκεια του τοκετού επηρεάζουν την ανάπτυξη του λόγου. Επίσης ο πρόωρος τοκετός και το χαμηλό βάρος γέννησης αποτελούν παράγοντες επικινδυνότητας.
• Το σημαντικότερο ρόλο όπως έχει διαπιστωθεί παίζουν οι γενετικοί παράγοντες. Η κληρονομική προδιάθεση, περίπου το 39% των παιδιών με καθυστέρηση λόγου έχουν συγγενή πρώτου βαθμού είτε με την ίδια διαταραχή είτε με ιστορικό γλωσσικής ανεπάρκειας.
• Περιβαλλοντικοί παράγοντες. Οι κακές συνθήκες διαβίωσης , τα μειωμένα γλωσσικά ερεθίσματα, το ανεπαρκές γλωσσικό πρότυπο στην οικογένεια, η διγλωσσία, η ψυχοσυναισθηματική στέρηση καθώς και η κακοποίηση του παιδιού σχετίζονται με την καθυστέρηση γνωστικών και γλωσσικών λειτουργιών.
• Η μέση ωτίτιδα συχνά συνοδεύεται από προσωρινή απώλεια ακοής και μπορεί να οδηγήσει σε χρόνια ακουστική έκπτωση με επιπτώσεις στην έναρξη της ομιλίας.
• Αρκετά συχνή είναι η Αναπτυξιακή Ανωριμότητα. Όπως είναι γνωστό το κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό ανάπτυξης, σε κάποια λοιπόν η νευρολογική ωρίμανση γίνεται με αρκετά αργό ρυθμό με αποτέλεσμα να έχουμε και την πιο καθυστερημένη έναρξη της ομιλίας τους.
Για να προσδιοριστεί εάν ένα παιδί έχει καθυστέρηση λόγου, θα πρέπει να γνωρίζουμε τα αναπτυξιακά ορόσημα.
Με βάση τα τυπικά στάδια ανάπτυξης ένα παιδί που έχει κλείσει τα 2,5 έτη και αναπτύσσεται ομαλά ο προφορικός του λόγος θα πρέπει:
• Να έχει εκφραστικό λεξιλόγιο 50-250 λέξεις (ουσιαστικά, ονόματα, ρήματα).
• Να λέει το όνομά του, να ονομάζει οικεία αντικείμενα (όχι απαραίτητα με καθαρή άρθρωση).
• Να χρησιμοποιεί σωστά τις προσωπικές αντωνυμίες (εγώ, εσύ, εμένα κ.τ.λ.).
• Να χρησιμοποιεί απλές ολοκληρωμένες προτάσεις (Μαμά πάμε σπίτι).
• Ξεκινά η αντίληψη γραμματικών φαινομένων (π.χ. να χρησιμοποιεί απλές μορφές πληθυντικού αριθμού)
Πότε όμως μιλάμε για καθυστέρηση λόγου; Ποια είναι δηλαδή τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να ανησυχήσουν τους γονείς;
Μιλάμε για καθυστέρηση λόγου όταν το παιδί έχει κλείσει τα 2,5 έτη και:
• Επικοινωνεί συνήθως με νοήματα (δείχνει αυτό που θέλει).
• Το εκφραστικό του λεξιλόγιο είναι μικρότερο των 10 λέξεων (λέει μόνο ‘μαμά’, ‘μπαμπά’, ‘νάνι’, ‘μαμ’…).
• Δυσκολεύεται να αναφέρει το όνομά του.
• Δεν χρησιμοποιεί τις προσωπικές αντωνυμίες και τον πληθυντικό αριθμό.
• Δεν ακολουθεί πάντα εντολές που του δίνουμε (π.χ. δώσε μου το κουτάλι).
• Δεν κάνει συνδυασμούς λέξεων (π.χ. Μαμά θέλω κούνιες)
Στις περισσότερες περιπτώσεις η καθυστέρηση λόγου συνδέεται άμεσα με την εμφάνιση μαθησιακών δυσκολιών. Επομένως, για την αποτελεσματική επικοινωνία του παιδιού και την μετέπειτα επιτυχή σχολική του επίδοση η καθυστέρηση λόγου δεν πρέπει να παραβλέπεται από τους γονείς.
Όσο πιο γρήγορα γίνει η διάγνωση και ενταχθεί το παιδί σε θεραπευτικό πρόγραμμα τόσο πιο γρήγορη θα είναι και η αντιμετώπιση των προβλημάτων στον προφορικό λόγο και κατά συνέπεια στη μάθηση.