Όλο και περισσότερο τον τελευταίο καιρό προκύπτουν ερωτήματα στους γονείς, όπως «Πώς θα καταλάβω αν κάτι κακό έχει συμβεί στο παιδί μου;», «Τι πρέπει να του πω για να είναι έτοιμο να αντιδράσει σωστά;», «Πώς θα είμαι σίγουρος ότι θα έρθει να μου το πει αν κάτι του συμβεί;», «Πώς μπορώ να το προστατεύσω;»
Κανόνες και συγκεκριμένες συνταγές που μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά σε όλες τις οικογένειες δεν υπάρχουν. Η ηλικία, το φύλο και η προσωπικότητα των παιδιών, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις , οι αξίες γύρω από το σεξουαλικό «γίγνεσθαι», η ηλικία και η προσωπικότητα των γονέων, είναι στοιχεία που προσδιορίζουν το ΠΩΣ και το ΠΟΤΕ ο γονέας θα ξεκινήσει να μιλά με το παιδί του για τα θέματα αυτά.
Ωστόσο, υπάρχουν σαφείς κατευθυντήριες γραμμές που ο κάθε γονέας μπορεί να ακολουθήσει στη σεξουαλική αγωγή.
Όσο νωρίτερα συζητάμε τέτοια θέματα με τα παιδιά μας τόσο το καλύτερο. Όσο πιο μικρό σε ηλικία είναι το παιδί, τόσο πιο εύκολο είναι για τον γονέα να μιλήσει μαζί του. Π.χ., στην ηλικία των 2-3 ετών, το παιδί ξεκινά να γνωρίζει το σώμα του και να δείχνει ενδιαφέρον για το σώμα των άλλων, οπότε και αρχίζει να κάνει συγκεκριμένες ερωτήσεις. Είναι σημαντικό ο γονιός να είναι σε ετοιμότητα να απαντήσει με τρόπο φυσικό και απλό.
Γενικώς, θα λέγαμε πώς η πιο σωστή ηλικία για να πληροφορήσουμε ένα παιδί για τα σεξουαλικά θέματα είναι όταν το ίδιο το παιδί μας το ζητήσει με τις ερωτήσεις του.
Λέμε την αλήθεια στο παιδί
Είναι σημαντικό ο γονέας να απαντά ευθέως στις ερωτήσεις των παιδιών και να δίνει ειλικρινείς απαντήσεις, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τη ηλικία του παιδιού και το βαθμό της ωριμότητάς του.
«Αν ο γονιός νιώθει ντροπή με τις ερωτήσεις του παιδιού, του μεταφέρει περισσότερα με τον τρόπο που απαντά (διστακτικότητα στην ομιλία, αμηχανία, μορφασμοί), παρά με το περιεχόμενο της απάντησης.»
Με κάθε ευκαιρία φροντίζουμε να ενισχύουμε την αυτοεκτίμηση του παιδιού μας. Από τη μικρή ακόμα ηλικία, επιβραβεύουμε το παιδί για την προσπάθειά του, αναδεικνύουμε τις επιτυχίες του, του αφήνουμε περιθώρια για πρωτοβουλία. Έτσι, σταδιακά, καλλιεργείται στο παιδί το αίσθημα της διεκδίκησης. Εκπαιδεύεται να διεκδικεί τη θέση του στην οικογένεια, στη σχολική τάξη, στην ομάδα των συνομηλίκων, στις διαπροσωπικές και διαφυλικές του σχέσεις.
Μαθαίνουμε στο παιδί ότι το σώμα μας ανήκει μόνο σε εμάς. Από την προσχολική ηλικία, βρίσκουμε αφορμές να πούμε στο παιδί ότι το σώμα μας είναι δικό μας, ότι επιτρέπεται να το αγγίζει μόνο η μητέρα\πατέρας όταν υπάρχει ανάγκη (πχ στο μπάνιο) ή\και ο γιατρός, με συγκεκριμένο τρόπο. Ενημερώνουμε-με λεξιλόγιο που ταιριάζει στην ηλικία του παιδιού- ποια αγγίγματα δεν επιτρέπουμε να μας κάνει κάποιος (ακόμα και ο ίδιος ο γονιός).
Τονίζουμε στο παιδί το δικαίωμα στο ΟΧΙ, ΔΕΝ ΘΕΛΩ, ΣΤΑΜΑΤΑ. Η σωστή εικόνα που αποκτά το παιδί από το γονέα για το σώμα του, η κατάλληλη και ορθή πληροφόρηση γύρω από τα σεξουαλικά θέματα και η υψηλή αυτοεκτίμηση, αποτελούν τους καλυτέρους προγνωστικούς παράγοντες για να συνειδητοποιήσει το παιδί ότι έχει δικαίωμα να αρνηθεί μια πράξη που δεν θέλει να συμμετέχει ή να υποστεί και να επιβάλει την άρνησή του.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το ψυχολογικό κλίμα στην οικογένεια, ώστε να μπορέσει το παιδί να μιλήσει και να βρει καταφύγιο, αν υποστεί παρενόχληση ή κακοποίηση. Παιδιά αυταρχικών, τιμωριτικών και απόμακρων γονέων, συχνά φοβούνται να εξομολογηθούν και να συζητήσουν μαζί τους αυτά τα περιστατικά. Αντίθετα, υποστηρικτικοί γονείς, που δείχνουν αποδοχή και έκδηλη αγάπη στα παιδιά τους, έχουν δημιουργήσει ήδη ένα κλίμα ασφάλειας και εμπιστοσύνης, ώστε το παιδί να μιλήσει έγκαιρα και ανοιχτά μαζί τους.
Οι κινήσεις αυτές από τους γονείς, αποτελούν μια γερή βάση ώστε το παιδί να μπορεί αναγνωρίζει εγκαίρως τις σεξουαλικές προθέσεις των ανθρώπων γύρω του, να αντιδρά και να μην υποκύπτει και να μιλά άμεσα σε οικείους, χωρίς να αισθάνεται φόβο και ενοχές.
Από: Ξένια Παρασκευοπούλου είναι Σχολική Ψυχολόγος, MSc
Πηγή: newsit.gr