Πότε ένα παιδί χρειάζεται λογοθεραπεία; Πώς ξέρουμε αν ο λόγος και η ομιλία ενός παιδιού είναι όπως θα έπρεπε για μια συγκεκριμένη ηλικία;
Αν και κάθε παιδί ακολουθεί τη δική του πορεία ανάπτυξης, υπάρχουν κάποιες γενικές γλωσσικές συμπεριφορές που πρέπει να αναμένουμε από ένα παιδί σε κάθε ηλικία. Ενδεικτικά, μέχρι την ηλικία του ενός έτους ένα παιδί θα πρέπει να χρησιμοποιεί μία ή δύο λέξεις, να ακολουθεί απλές εντολές («Έλα εδώ») και να καταλαβαίνει απλές ερωτήσεις («Πού είναι ο μπαμπάς;»). Μεταξύ 2 και 3 ετών, το παιδί θα πρέπει να χρησιμοποιεί προτάσεις δύο ή τριών λέξεων για να μιλήσει και να ρωτήσει σχετικά με αντικείμενα και να ακολουθεί εντολές με δύο βήματα («Φέρε το πιάτο και βάλ’ το πάνω στο τραπέζι»). Οι γονείς θα πρέπει να καταλαβαίνουν την ομιλία του παιδιού τους τις περισσότερες φορές. Επομένως, αν η εικόνα του παιδιού αποκλίνει αισθητά ή αν το παιδί δεν φαίνεται να ακολουθεί μια συνεχή ανάπτυξη, καλό θα ήταν να πραγματοποιηθεί μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση από έναν λογοθεραπευτή.
Να βάζω στο μωρό μου τηλεόραση και ραδιόφωνο;
Το καλύτερο για τα μωρά είναι να ακούν τους γονείς τους να τους μιλούν διατηρώντας ουσιαστική βλεμματική επαφή με το μωρό, έχοντας την προσοχή του και καλώντας το να συμμετέχει στο «παιχνίδι της επικοινωνίας». Τα μωρά ήδη από τους πρώτους δύο μήνες της ζωής τους, αρχίζουν να ανταποκρίνονται στους ήχους του περιβάλλοντός τους και επιδεικνύουν ένα διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα αντικείμενα και τους ανθρώπους γύρω τους. Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο υστερούν σε κάτι πολύ βασικό: τη δυναμική και ζωντανή επαφή με το παιδί. Η απλή, παθητική έκθεση σε λέξεις και φράσεις δεν βοηθά το μωρό να αναπτυχθεί γλωσσικά.
Τα προβλήματα ακοής επηρεάζουν την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας;
Ναι. Τα πρώτα χρόνια της ζωής είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την κατάκτηση του λόγου και της ομιλίας. Η ανεπαρκής ακοή στα παιδιά διαταράσσει την διαδικασία εκμάθησης των γλωσσικών κανόνων που διέπουν την ανάπτυξη ήχων, λέξεων και προτάσεων. Ανάλογα με το βαθμό της απώλειας της ακοής, μπορεί να παρατηρηθούν διαταραχές στην άρθρωση, τη φώνηση και τη χροιά της φωνής. Οι γονείς θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι ελέγχεται η ακοή των παιδιών τους σε τακτά χρονικά διαστήματα, ιδιαίτερα αν υπάρχει ιστορικό ωτίτιδων, συχνών κρυολογημάτων ή άλλων λοιμώξεων του άνω αναπνευστικού συστήματος ή αλλεργιών.
Το παιδί μου είναι 3 χρονών και επικοινωνεί κυρίως δείχνοντας αυτό που θέλει ενώ παράγει ελάχιστες λέξεις. Αυτό θεωρείται φυσιολογικό;
Όπως αναφέρθηκε, το κάθε παιδί είναι μοναδικό και μπορεί να αναπτύσσεται με γρηγορότερους ή αργότερους ρυθμούς απ’ ό,τι αναμένεται, ωστόσο σύμφωνα με τα φυσιολογικά αναπτυξιακά στάδια του λόγου, ένα παιδί ηλικίας 3 ετών θα πρέπει να είναι ικανό να κάνει απλές προτάσεις. Η επικοινωνία με μεμονωμένες λέξεις είναι ένα στάδιο, το οποίο συναντάται στην ηλικία των 12-18 μηνών. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μία σημαντική καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας του παιδιού και ότι χρήζει λογοθεραπευτικής αξιολόγησης και παρέμβασης.
Το παιδί μου είναι 3 χρονών και όταν μιλάει, χρησιμοποιεί προτάσεις, αλλά η ομιλία του δεν είναι καθαρή.
Τι πρέπει να κάνω; Σύμφωνα με έρευνα του Πανελλήνιου Συλλόγου Λογοπεδικών-Λογοθεραπευτών, ένα παιδί 3 ετών είναι φυσιολογικό να μην έχει ακόμα κατακτήσει αρκετούς ήχους της ομιλίας (όπως το «ρ»). Εφόσον το παιδί σας επικοινωνεί λεκτικά, χρησιμοποιεί προτάσεις και γίνεται κατανοητό όχι μόνο από το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον αλλά και από ανθρώπους που δεν το γνωρίζουν καλά, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Aν παρατηρήσετε στασιμότητα στον τρόπο ομιλίας του παιδιού σε διάστημα 6 μηνών, καλό θα ήταν να επισκεφτείτε ένα λογοθεραπευτή.
Το παιδί μου είναι 3 χρονών και επαναλαμβάνει συλλαβές και ολόκληρες λέξεις στην αρχή των προτάσεων. Πρέπει να ανησυχώ;
Πολλά παιδιά που βρίσκονται στα στάδια της μεγάλης γλωσσικής ανάπτυξης (ηλικίες 2-5 ετών) μπορεί να εμφανίσουν φυσιολογικές αστάθειες στη ροή της ομιλίας όπως επαναλήψεις κάποιων ήχων, συλλαβών ή λέξεων («θε-θέλω») ή εμβόλιμους ήχους όπως «θέλω…εεε…νερό». Όμως αυτά τα συμπτώματα σταδιακά υποχωρούν καθώς ωριμάζει η λεκτική τους επικοινωνία. Εάν παρατηρήσετε πως αυτά τα ‘κομπιάσματα’ συνοδεύονται από μυϊκή ένταση και έντονη προσπάθεια, πως με την πάροδο του χρόνου τα συμπτώματα αυτά αυξάνονται, ή πως το παιδί δείχνει να αποφεύγει να μιλάει λόγω της δυσκολίας του, θα ήταν καλό να αναζητήσετε την βοήθεια ενός λογοθεραπευτή.
Τι μπορεί να προειδοποιήσει τους γονείς σχετικά με την εμφάνιση δυσκολιών στο λόγο και την ομιλία;
Ένα παιδί μπορεί να έχει δυσκολία στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας του αν:
- έχει ιστορικό επαναλαμβανόμενων και παρατεταμένων ωτίτιδων,
- έχει διάγνωση διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής (φάσμα του αυτισμού), κάποιου συνδρόμου, νευρολογικών παθήσεων ή οργανικών νοσημάτων που επηρεάζουν τη γλωσσική λειτουργία,
- όταν μιλάει, δεν γίνεται κατανοητό παρά μόνον από το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον του,
- απογοητεύεται όταν προσπαθεί να επικοινωνήσει ή αποφεύγει την λεκτική επικοινωνία,
- υπάρχει απόκλιση ενός χρόνου ή περισσότερο από τα πρότυπα γλωσσικής ανάπτυξης για την ηλικία του, κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του, δεν επαρκούν τα γλωσσικά ερεθίσματα στο περιβάλλον του.
Είναι οι δυσκολίες στο λόγο κληρονομικές;
Είναι συνηθισμένο να παρατηρείται καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη σε περισσότερα από ένα μέλη μιας οικογένειας. Μπορεί ο ένας ή και οι δύο γονείς, κάποιος θείος ή άλλος συγγενής να εκδήλωσαν γλωσσικές δυσκολίες όταν ήταν μικροί. Όμως, αυτό δεν συνεπάγεται ότι όλα τα παιδιά που έχουν κάποια δυσκολία στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας τους έχουν γονείς, θείους ή ξάδερφους που είχαν το ίδιο πρόβλημα. Επίσης αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως οι γονείς που είχαν προβλήματα λόγου και ομιλίας θα τα μεταδώσουν στα παιδιά τους. Ο γενετικός παράγοντας της κληρονομικότητας είναι ένας ισχυρός, όχι όμως και αναπόφευκτος παράγοντας που μπορεί να οδηγήσει σε καθυστέρηση ή δυσκολία στη γλωσσική ανάπτυξη.
Πώς μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν στη γλωσσική ανάπτυξη; Δώστε μας μερικές συμβουλές επικοινωνίας.
- Μιλήστε στο παιδί σας για αυτά που κάνει και βλέπει με τρόπο φυσικό. Μην απαιτείτε την ομιλία. Κάντε την επικοινωνία με το παιδί διασκεδαστική.
- Αφιερώστε λίγο χρόνο για να παίξετε με το παιδί σας και να κάνετε δουλειές μαζί. Η συναλλαγή με το παιδί, η συνομιλία, η αίσθηση επιτυχίας και η χαρά του παιδιού θα αποτελέσουν εμπειρίες που θα διευρύνουν την αντίληψη του κόσμου του παιδιού.
- Μιλάτε στο παιδί αργά και καθαρά. Αποφύγετε να μιμείστε τα γενικά «μωρουδίσματα» του παιδιού σας ή τις ατελείς προσπάθειές του να πει μια λέξη. Μην δώσετε προσοχή στα λάθη και μην κοροϊδεύετε το παιδί σας εάν δεν μπορεί να προφέρει κάτι σωστά. Καλύτερα επαναλάβετε τα λεγόμενα του παιδιού σας παρέχοντας ολοκληρωμένα και σωστά γλωσσικά πρότυπα.
- Μην αναφέρεστε για τις δυσκολίες του παιδιού σας σε τρίτους μπροστά στο παιδί.
- Μην διακόπτετε το παιδί σας όταν μιλάει και μην το αφήνετε να σας διακόπτει όταν εσείς μιλάτε.
- Βρείτε μια ήσυχη ώρα και διαβάστε στο παιδί σας βιβλία που αντανακλούν τις εμπειρίες και τα ενδιαφέροντά του αλλά μην απαιτείτε συγκεκριμένες κουβέντες και περιγραφές.
Πότε πρέπει να ζητήσω τη βοήθεια ενός ειδικού;
Με λίγα λόγια, όταν ανησυχείτε! Εσείς και τα μέλη της οικογένειάς σας γνωρίζετε περισσότερα για το παιδί σας από οποιονδήποτε άλλο. Κανένα παιδί δεν είναι πολύ μικρό για να βοηθηθεί, επομένως, αν υποπτεύεστε κάποιο πρόβλημα, μην περιμένετε να «μεγαλώσει» για να ζητήσετε βοήθεια. Η πρώιμη αναγνώριση και αντιμετώπιση διαταραχών ακοής, λόγου και ομιλίας μπορεί να προλάβει προβλήματα στη μάθηση, στη συμπεριφορά και στις κοινωνικές επαφές. Αν πάλι δεν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, τότε ένας ειδικός λογοθεραπευτής θα μπορεί να σας καθησυχάσει.
Πώς βοηθάει ένας λογοθεραπευτής;
Ο λογοθεραπευτής μπορεί να δώσει με εγκυρότητα και αξιοπιστία απάντηση στις ανησυχίες των γονέων σχετικά με την γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού τους. Θα πάρει ένα λεπτομερές ιστορικό από την οικογένεια, θα συνομιλήσει με τον παιδίατρο ή τον θεράποντα ιατρό του παιδιού και κατόπιν θα προβεί σε μία σειρά εξετάσεων και δοκιμασιών μαζί με το παιδί. Αφού αναλύσει λεπτομερώς τον λόγο του παιδιού και την συνολική επικοινωνιακή του ικανότητα, θα καθοδηγήσει τον γονιό στο πώς πρέπει να δράσει. Σε πολλές περιπτώσεις μπορεί απλώς να τον καθησυχάσει. Σε άλλες μπορεί να ζητήσει να γίνει επαναξιολόγηση του παιδιού μετά από κάποιους μήνες και σε άλλες μπορεί να κρίνει απαραίτητη την έναρξη εξατομικευμένου λογοθεραπευτικού προγράμματος. Πέρα από τις υπηρεσίες που παρέχει απευθείας στο παιδί που έχει ανάγκη θεραπείας, μπορεί να χρειαστεί να παραπέμψει σε άλλες ειδικότητες για περαιτέρω εξερεύνηση του προβλήματος.
Πηγή: thedailyhealth.gr/