Αυτό το είδος ανατροφής περιορίζει πολύ τα παιδιά, τα καταπιέζει, δεν τα αφήνει ν’ αναπνεύσουν. Οι υπερπροστατευτικοί γονείς δεν αντιλαμβάνονται την ανατροφή των παιδιών σαν στήριξη και συμπαράσταση στο παιδί, σαν ένα ισορροπημένο συνδυασμό εγγύτητας και απόστασης. Θεωρούν πως πρέπει να αφοσιωθούν ολοκληρωτικά στην ανατροφή του παιδιού, να του παρέχουν αδιάκοπα τη βοήθειά τους.
Τα παιδιά που είναι πάντοτε προστατευμένα δεν μαθαίνουν να αξιολογούν σωστά τις ικανότητές τους. Έτσι αισθάνονται ανασφάλεια, φοβούνται να ξεπεράσουν τα όρια και να δοκιμάσουν καινούργια πράγματα. Τα υπερπροστατευμένα παιδιά παραιτούνται εύκολα, δεν αντέχουν τις απογοητεύσεις, αντιδρούν με κλάματα και γκρίνια, και στην παραμικρή δυσκολία καταφεύγουν στους γονείς, οι οποίοι, αντί να τους προσφέρουν απλώς στοργή και παρηγοριά, αρχίζουν να τα κανακεύουν ή προσπαθούν να τα κάνουν να ξεχάσουν την απογοήτευσή τους: «Έλα δω. Δεν ήρθε το τέλος του κόσμου, θησαυρέ μου!». «Αχ, τι σου έκαναν πάλι μικρό μου!». «Έλα, αγάπη μου, θα σου δείξω εγώ πώς γίνεται!».
Η υπερπροστατευτική ανατροφή δεν αφήνει τα παιδιά να μεγαλώσουν, τα κρατά νοητικά και συναισθηματικά εξαρτημένα από τους ενήλικες του κοντινού τους περιβάλλοντος. Οι υπερπροστατευτικοί γονείς συγχέουν την ανάγκη του παιδιού για σχέση και συναισθηματικό δέσιμο με την προσκόλληση, τη συμβιωτική ενότητα, την αμοιβαία εξάρτηση.
Αυτό που συνδέει τους υπερπροστατευτικούς γονείς με τα παιδιά τους είναι η διαρκής ανησυχία. Οι γονείς ανησυχούν: «Από το πρωί ως το βράδυ το μόνο που σκέφτομαι είναι: Μακάρι να πάνε όλα καλά για τα παιδιά μου! — Μόνο όταν τα παιδιά μου είναι καλά είμαι κι εγώ καλά!». Έτσι αρχίζουν ν’ ανησυχούν και τα παιδιά: «Θέλω να είναι καλά οι γονείς μου. Δεν θέλω να στενοχωριούνται!». Το αποτέλεσμα είναι μια υπερβολικά προσαρμοστική συμπεριφορά των παιδιών.
Έτσι όμως δεν χτίζεται η πρωταρχική εμπιστοσύνη, δεν δημιουργούνται σταθεροί δεσμοί — οπότε το παιδί δεν καταφέρνει να βιώσει με θετικό τρόπο την αμφισβήτηση των κανόνων και των ορίων. Γίνεται διατακτικό κι εξαρτημένο. Αποφεύγει τις προκλήσεις, φοβάται να εξερευνήσει το καινούργιο και το άγνωστο που ίσως να κρύβουν κινδύνους. Βλέπουμε όμως ότι τα υπερπροστατευμένα παιδιά είναι εκείνα που απειλούνται περισσότερο από κινδύνους, γιατί όταν ξαφνικά βρεθούν σε μια επικίνδυνη κατάσταση και πρέπει να βασιστούν στις δικές τους δυνάμεις, δεν γνωρίζουν πώς να προστατευτούν.
Όλα τα παιδιά έχουν καταρχήν την επιθυμία να κατακτήσουν καινούργια πράγματα. Θέλουν βοήθεια, θέλουν συνεργασία, θέλουν να αισθάνονται ότι ανήκουν στην οικογένεια αποδεικνύοντας τις ικανότητές τους μέσα από την ενεργητική τους συμμετοχή στις οικογενειακές δραστηριότητες.
Όταν όμως τα περιορίζουμε συστηματικά, τα πατρονάρουμε και τους φερόμαστε σαν να μην είναι ικανά για τίποτα, τότε αυτή τους η επιθυμία να τα καταφέρουν ατονεί, διστάζουν να προχωρήσουν, αρχίζουν να φοβούνται την αποτυχία.
Πηγή: www.mothersaffair.com