Η Επιλεκτική ή Εκλεκτική αλαλία συνιστά μία αγχώδη διαταραχή, η οποία συναντάται συνήθως στην παιδική ηλικία (συνήθως στα 3-5 ετών), στη σχολική ζωή και σπανιότερα στην ενήλικη.
Πιο συγκεκριμένα, χαρακτηρίζεται από απουσία λόγου εκ μέρους του παιδιού σε επιλεγμένα περιβάλλοντα και καταστάσεις, χωρίς να διακατέχεται από κάποια γλωσσική διαταραχή. Το παιδί ουσιαστικά μπορεί να επικοινωνήσει με άτομα, τα οποία νιώθει οικεία σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον όπως με την οικογένειά του στο σπίτι, αλλά δυσκολεύεται να μιλήσει σε άλλα περιβάλλοντα ή καταστάσεις. Εκδηλώνει λοιπόν μία φοβία σχετικά με την κοινωνική αλληλεπίδραση και την ομιλία. Τα παιδιά με επιλεκτική αλαλία ως επί το πλείστον αναπτύσσουν επαρκώς τους μηχανισμούς της γλώσσας (παραγωγή ομιλίας και γραπτού λόγου, αντίληψη) χωρίς διαταραχές.
Αυτή η διαταραχή είναι αρκετά εξουθενωτική και επώδυνη για το παιδί. Τα παιδιά και οι έφηβοι αισθάνονται έντονο φόβο για ομιλία και κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, όπου υπάρχει προσδοκία να μιλούν και να επικοινωνούν. Βέβαια δε δείχνουν όλα τα παιδιά το άγχος τους με τον ίδιο τρόπο. Κάποια παιδιά δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν με τον οποιονδήποτε σε ένα κοινωνικό πλαίσιο και συχνά, όταν κάποιος τους απευθύνει το λόγο ή τα πλησιάσει, δείχνουν τρομαγμένα, παγώνουν, μένουν ακίνητα ή τρέμουν. Κάποια άλλα μπορεί να ψιθυρίζουν ή να μιλάνε σε μεμονωμένα άτομα, ενώ αδυνατούν να μιλήσουν με τους δασκάλους τους ή τους περισσότερους συνομήλικους.
Τα περισσότερα όμως παιδιά αντί να επικοινωνούν με το συνήθη λεκτικό τρόπο, μπορεί να χρησιμοποιούν χειρονομίες, νεύματα ή κλίσεις του κεφαλιού για να εκφράσουν τις επιθυμίες τους. Επίσης μπορεί να τραβούν και να σπρώχνουν τα άτομα, των οποίων θέλουν να προσελκύσουν την προσοχή. Σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούν μονοσύλλαβες, σύντομες φράσεις ή φράσεις που χαρακτηρίζονται από μονοτονία ή αλλοιωμένη φωνή. Η Επιλεκτική αλαλία έχει σημαντικές αρνητικές επιδράσεις και στα άτομα που βρίσκονται κοντά στο παιδί, ιδιαίτερα στους γονείς και στους δασκάλους, οι οποίοι αποθαρρύνονται και τρομάζουν, όταν οι προσπάθειές τους για αλληλεπίδραση με το παιδί αποτυγχάνουν. Μερικές φορές φοβούνται να παρέμβουν, μη τυχόν κάνουν την κατάσταση χειρότερη. Γενικώς, η επιλεκτική αλαλία είναι μία εξαιρετικά αγχογόνος και οδυνηρή κατάσταση η οποία όσο πιο σύντομα αντιμετωπιστεί, τόσο το καλύτερο.
Βασικά χαρακτηριστικά της Επιλεκτικής αλαλίας:
- Επίμονη δυσκολία ή ανικανότητα στην ομιλία και απόκριση σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα, κυρίως παρατηρούνται στο σχολικό περιβάλλον.
- Ελάχιστη ή ελλιπής βλεμματική επαφή στην αλληλεπίδραση με άλλο πρόσωπο.
- Ορισμένα παιδιά μπορεί να χρησιμοποιούν μη λεκτική επικοινωνία για να απευθύνουν το λόγο δείχνοντας ή γνέφοντας με το κεφάλι τους.
- Άλλα παιδιά μπορεί να μιλάνε ελάχιστα ή να ψιθυρίζουν σε άτομα που εμπιστεύονται ή σε παιδιά της ηλικίας τους.
- Σε δραστηριότητες μπορεί είτε να συμμετέχουν μη λεκτικά είτε να απομονώνονται και να παραμένουν ανέκφραστα, απαθή ή να στέκονται παγωμένα απόμερα (π.χ. στην παιδική χαρά) από συστολή και φόβο.
- Η φοβία των παιδιών αυξάνεται σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα (σχολείο), όπου απαιτείται η συμμετοχή τους και κρίνεται η απόδοσή τους.
- Μπορεί στο σπίτι να παρουσιάζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα (να είναι δραστήρια, φλύαρα, αστεία κ.λπ.) από αυτή που παρουσιάζουν στο σχολικό πλαίσιο. Η έναρξη των συμπτωμάτων μπορεί να συμβαδίζει με την έναρξη της σχολικής φοίτησης.
- Λόγω της αδυναμίας διαχείρισης των καταστάσεων που προκαλούν άγχος και φοβίες τα παιδιά, μπορεί να οδηγηθούν σε μη ηθελημένες συμπεριφορές (να είναι δειλά, πεισματάρικα, αγενή και χειριστικά).
- Ακόμη μπορεί να συνυπάρχουν και συμπτώματα (όπως νυχτερινή ή μη ενούρηση, τικ, ονυχοφαγία, πιπίλισμα του δαχτύλου, τρέμουλο, ναυτίες, κοιλόπονος κ.α).
- Ορισμένα παιδιά μπορούν να μιλήσουν κανονικά στο τηλέφωνο, λόγω της απουσίας της βλεμματικής επαφής πρόσωπο με πρόσωπο.
Γιατί ένα παιδί αναπτύσσει Επιλεκτική αλαλία ;
Η πλειοψηφία των παιδιών με Επιλεκτική αλαλία έχουν γενετική προδιάθεση για άγχος. Έχουν κληρονομήσει την τάση να είναι ανήσυχα από ένα ή περισσότερα μέλη της οικογένειας. Μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά με σοβαρή συστολή παρουσιάζουν μειωμένα επίπεδα διέγερσης στην περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται αμυγδαλή. Όταν το άτομο έρχεται αντιμέτωπο με ένα τρομακτικό σενάριο, η αμυγδαλή λαμβάνει σήματα δυνητικού κινδύνου (από το συμπαθητικό νευρικό σύστημα) και αρχίζει να πυροδοτεί μία σειρά αντιδράσεων που θα βοηθήσουν το άτομο να προστατευθεί. Στην περίπτωση των παιδιών με επιλεκτική αλαλία, τα φοβερά σενάρια είναι κοινωνικές ρυθμίσεις, όπως πάρτι γενεθλίων, σχολείο, οικογενειακές συγκεντρώσεις, καθήκοντα ρουτίνας κ.λπ.
Ορισμένα παιδιά με Επιλεκτική αλαλία έχουν διαταραχή Αισθητηριακής Επεξεργασίας (DSI), πράγμα που σημαίνει ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην επεξεργασία συγκεκριμένων αισθητηριακών πληροφοριών. Μπορεί να είναι ευαίσθητα στους ήχους, τα φώτα, την αφή, τη γεύση και τις μυρωδιές. Μερικά παιδιά δυσκολεύονται να ρυθμίσουν την αισθητηριακή είσοδο που μπορεί να επηρεάζει τις συναισθηματικές τους αποκρίσεις. Η DSI μπορεί να κάνει ένα παιδί να παρερμηνεύσει περιβαλλοντικά και κοινωνικά στοιχεία. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ακαμψία, απογοήτευση και άγχος. Ορισμένα παιδιά (20-30%) με Επιλεκτική αλαλία παρουσιάζουν γλωσσικές δυσκολίες στον δεκτικό/προληπτικό και εκφραστικό λόγο. Άλλα μπορεί να παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες, συμπεριλαμβανομένης της διαταραχής της ακουστικής επεξεργασίας. Στις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις, τα παιδιά είναι επιρρεπή σε συστολή και άγχος, όπου υπάρχει προσδοκία ομιλίας.
Γιατί είναι τόσο σημαντικό να λάβει την διάγνωση το παιδί μου όταν είναι πολύ μικρό ;
Τα ευρήματα μας υποδεικνύουν ότι όσο γρηγορότερα κάποιο παιδί ενταχθεί σε θεραπευτικό πρόγραμμα για εκλεκτική αλαλία, τόσο γρηγορότερη είναι η απόκριση στη θεραπεία και τόσο καλύτερη είναι η ολική πρόγνωση. Αν το παιδί μείνει άλαλο για μερικά χρόνια, τότε η συμπεριφορά αυτή μπορεί να γίνει αντανακλαστική αντίδραση και έτσι το παιδί εξοικειώνεται με μη λεκτικές αντιδράσεις. Με λίγα λόγια η επιλεκτική αλαλία μπορεί να γίνει μια πολύ δύσκολα αναστρέψιμη συνήθεια. Επειδή η επιλεκτική αλαλία, είναι μια αγχώδης διαταραχή, η οποία, αν μείνει αθεράπευτη, μπορεί να επιφέρει αρνητικές συνέπειες καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του παιδιού και να στρώσει ένα μονοπάτι γεμάτο από μια ακολουθία ακαδημαϊκών, κοινωνικών, συναισθηματικών αντίκτυπων όπως:
- Διόγκωση άγχους
- Κατάθλιψη και εμφάνιση άλλων διαταραχών άγχους
- Κοινωνική απομόνωση και κοινωνική απόσυρση
- Φτωχός εγωισμός και αυτοπεποίθηση
- Σχολική άρνηση, φτωχή ακαδημαϊκή επίδοση και πιθανώς την διακοπή του σχολείου
- Φτωχή επίδοση στο σχολείο και στο πλαίσιο εργασιακής απασχόλησης
- Φαρμακευτική αγωγή με φάρμακα, χρήση αλκοόλ
- Αυτοκτονικές τάσεις και πιθανή αυτοκτονία
Ως κύριο στόχο έχουμε να διαγνώσουμε νωρίς τη διαταραχή, ώστε τα παιδιά να μπορούν να λάβουν νωρίς την κατάλληλη θεραπεία αναπτύσσοντας κατάλληλες αντισταθμιστικές δεξιότητες, προκειμένου να ξεπεράσουν το άγχος τους.
Αν οι γονείς υποπτευθούν ότι το παιδί τους μπορεί να πάσχει από επιλεκτική αλαλία, τι πρέπει να κάνουν ;
Αρχικά οι γονείς θα πρέπει να αποσύρουν όλη την πίεση προς το παιδί, όσον αφορά την ομιλία του. Θα πρέπει να μεταδώσουν στο παιδί τους ότι κατανοούν το γεγονός πως είναι φοβισμένο και ότι αδυνατεί να <<βγάλει>> τις λέξεις από το στόμα του. Είναι σημαντικό επίσης να καταστήσουν σαφές ότι θα το βοηθήσουν σε αυτή τη δύσκολη περίοδο. Πρέπει να επικροτούν τις προσπάθειες και τα κατορθώματα του παιδιού, να αναγνωρίζουν και να κατανοούν τις δυσκολίες του.
Οι γονείς πρέπει να μιλήσουν με τον παιδίατρο του παιδιού και / ή να αναζητήσουν κάποιο ψυχίατρο που θα έχει εμπειρία με την Επιλεκτική αλαλία. Πάραυτα πρέπει να αναφέρουμε ότι το να μην έχει κάποιος εμπειρία με την επιλεκτική αλαλία, δεν σημαίνει αυτόματα ότι η θεραπευτική προσέγγιση και κατανόηση δεν είναι η σωστή. Στην πραγματικότητα ένας νεαρός κλινικός, ο οποίος μπορεί να έχει μια εξαιρετική αντίληψη για την εκλεκτική αλαλία, ίσως αποτελεί την ιδεατή επιλογή για το παιδί σας.
Ποια είναι τα διαγνωστικά κριτήρια για την Επιλεκτική αλαλία;
Το DSM-IV-TR (2000) ορίζει την Εκλεκτική αλαλία ως εξής:
- Σταθερή αποτυχία να μιλήσει σε συγκεκριμένες κοινωνικές καταστάσεις (όπου υπάρχει η προσδοκία της ομιλίας λ.χ. το σχολείο) παρότι μιλάει σε άλλες καταστάσεις.
- Η απόκλιση εμποδίζει την εκπαιδευτική ή επαγγελματική επιτυχία ή την κοινωνική επικοινωνία.
- Η διάρκεια της διαταραχής είναι τουλάχιστον ένας μήνας (μη περιοριζόμενη στον πρώτο μήνα του σχολείου).
- Η αποτυχία παραγωγής ομιλίας δεν οφείλεται σε έλλειψη γνώσης- ή άνεσης- με την ομιλούμενη γλώσσα, η χρήση της οποίας απαιτείται στις κοινωνικές περιστάσεις.
- Η διαταραχή δεν καλύπτεται πληρέστερα από μια διαταραχή επικοινωνίας (λ.χ. τραυλισμός), ούτε συμβαίνει στην πορεία μιας διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής, σχιζοφρένειας ή άλλης ψυχωτικής διαταραχής.
Πώς γίνεται η θεραπευτική διαχείριση της Επιλεκτικής αλαλίας;
Οι κύριοι στόχοι της θεραπείας θα πρέπει να εστιάζουν στην ελάττωση του άγχους, την ενίσχυση της αυτοεικόνας, την ενίσχυση της κοινωνικής αυτοπεποίθησης και επικοινωνίας. Η έμφαση δεν πρέπει ποτέ να τίθεται στο να κάνουμε ένα παιδί να μιλήσει. Όλες οι προσδοκίες για ομιλία θα πρέπει να παραμεριστούν. Με ελαττωμένο άγχος, ενισχυμένη αυτοπεποίθηση και τη χρήση κατάλληλων τακτικών/ τεχνικών, η επικοινωνία θα αυξηθεί, καθώς το παιδί προοδεύει από μη λεκτικές σε λεκτικές επικοινωνιακές αντιδράσεις.
Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις θα πρέπει να είναι εξατομικευμένες με την πλειονότητα των παιδιών να λαμβάνουν ένα συνδυασμό από :
- Θεραπεία συμπεριφοριστική : Τεχνικές θετικής ενίσχυσης και αποευαισθητοποίησης αποτελούν τους πρωταρχικούς θεραπευτικούς στόχους για την εκλεκτική αλαλία, όπως επίσης και η απόσυρση κάθε πίεσης για ομιλία. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην καλύτερη κατανόηση του παιδιού και στο να αναγνωρίσουμε το άγχος που βιώνουν. Η εισαγωγή των παιδιών σε κοινωνικά περιβάλλοντα με απλές μη απειλητικές μεθόδους αποτελεί ένα εξαιρετικό βήμα, το οποίο θα συμβάλλει στο να αισθανθεί το παιδί περισσότερο άνετα, λ.χ. οι γονείς μπορούν να πηγαίνουν το παιδί στο σχολείο σε κάποιο διάστημα που ελάχιστοι άνθρωποι θα βρίσκονται στον περιβάλλοντα χώρο, ώστε να μειωθεί η προσδοκία ομιλίας. Ίσως θα μπορούσαν να φέρουν κάποιο φίλο τους στο σχολείο ή να επιχειρεί να παίζει με κάποιο παιχνίδι τους, όταν δε θα παρευρίσκονται άλλα παιδιά. Μικρές ομάδες με μικρό αριθμό παιδιών συμβάλλει, όπως επίσης και το να επιτρέπεται στους γονείς να περάσουν κάποια ώρα εντός της τάξης με τα παιδιά τους. Εφόσον το παιδί αρχίσει να μιλάει, τότε ο δάσκαλος και ύστερα οι συμμαθητές σταδιακά εντάσσονται στο πλαίσιο της σχολικής ομάδας. Η θετική ενθάρρυνση της ομιλίας θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί μόνο όταν – και μόνο τότε – το άγχος ελαττώνεται και το παιδί αισθάνεται άνετα και είναι έτοιμο για διακριτική ενθάρρυνση.
- Παιγνιοθεραπεία, ψυχοθεραπεία και λοιπές ψυχολογικές προσεγγίσεις : μπορούν να αποδειχτούν χρήσιμες, αν όλη η πίεση για ομιλία αποσυρθεί και δοθεί έμφαση στο να βοηθηθεί το παιδί να χαλαρώσει και να ‘’ανοιχτεί’’. Είναι σημαντικό να αντιμετωπιστεί η αλαλία με τρόπο μη απειλητικό. Τα παιδιά αυτά είναι φοβισμένα και πρέπει να εστιάσουμε στο να αντιληφθούν το επίπεδο του φόβου που βιώνουν σε μια δεδομένη κατάσταση. Η συνειδητοποίηση ότι είμαστε εκεί για να στηρίξουμε την προσπάθειά τους μειώνει σημαντικά την πίεση, την οποία αισθάνονται.
- Γνωστική συμπεριφορική θεραπεία: οι εκπαιδευόμενοι σε αυτό το είδος θεραπείας, οι θεραπευτές βοηθούν τα παιδιά να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά τους με τον επαναπροσδιορισμό των φοβιών και των ανησυχιών τους με θετικές σκέψεις. Η θεραπεία αυτή πρέπει να περιλαμβάνει τη διαδικασία της συνειδητοποίησης της αλαλίας και της αναγνώρισης του άγχους. Πολλά παιδιά με εκλεκτική αλαλία φοβούνται το ότι ακούνε οι υπόλοιποι την φωνή τους, το ότι τους ρωτάνε γιατί δεν μιλάνε και το ότι τα πιέζουν να μιλήσουν. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις θετικές αντιλήψεις του παιδιού, στο χτίσιμο της αυτοπεποίθησης σε κοινωνικά πλαίσια και στην ελάττωση του γενικευμένου άγχους και της ανησυχίας.
- Φαρμακευτική αγωγή: μελέτες έχουν αποδείξει ότι η επιτυχέστερη προσέγγιση είναι ο συνδυασμός συμπεριφορικών τεχνικών και φαρμακευτικής αγωγής. Συχνά οι συμπεριφορικές τεχνικές χρησιμοποιούνται για ένα ακαθόριστο χρονικό διάστημα πριν από την προσθήκη της φαρμακευτικής αγωγής. Ο στόχος για την διάρκεια της θεραπείας είναι 9-12 μήνες.
- Προώθηση αυτοπεποίθησης: οι γονείς δίνουν έμφαση στα θετικά επιτεύγματα του παιδιού. Αν το παιδί σας για παράδειγμα διαθέτει καλλιτεχνική τάση, μη διστάσετε να επιδείξετε τα επιτεύγματα του. Δημιουργήστε ένα ειδικό χώρο φύλαξης των δημιουργημάτων του. Αφήστε τους να εξηγήσουν τα δημιουργήματα τους σε όποιον δείχνει ενδιαφέρον. Αυτό συνδυάζει περισσότερη γλωσσική εξάσκηση και βοηθά την αυτοπεποίθηση τους.
- Συχνή κοινωνικοποίηση: Πρέπει να ενθαρρύνετε την όσο το δυνατόν συχνότερη κοινωνικοποίηση δίχως να ‘σπρώχνετε’ το παιδί. Κανονίστε τις συχνές συνευρέσεις με συμμαθητές ή με μικρές ομάδες παιδιών που το παιδί γνωρίζει καλά. Ο στόχος είναι το παιδί να αισθάνεται αρκετά άνετα ώστε να αυξήσουμε τις πιθανότητες να προκύψει ομιλία από μέρους του παιδιού. Τα περισσότερα παιδιά με εκλεκτική αλαλία θα μιλάνε στους φίλους τους στο σπίτι τους. Καθώς το παιδί εξοικειώνεται με κάποιο παιδί και του μιλάει, τότε θα ήταν συνετό να καλέσετε και κάποιο άλλο παιδί στο σπίτι ή ακόμη και περισσότερα παιδιά την ίδια μέρα. Για κάποια παιδιά το θεραπευτικό πρόγραμμα Κοινωνικών Δεξιοτήτων είναι συχνά χρήσιμο και αναγκαίο ώστε να επιτευχθεί ενισχυμένη επικοινωνία.
- Σχολική εμπλοκή: οι γονείς οφείλουν να ενημερώσουν τους δασκάλους και το σχολικό προσωπικό για την εκλεκτική αλαλία. Πρέπει να γίνετε συνήγορος του παιδιού σας. Το σχολείο πρέπει να κατανοήσει ότι το παιδί δε μιλάει, όχι επειδή είναι πεισματάρικο ή αρνητικό, αλλά επειδή πραγματικά δεν μπορεί να μιλήσει. Εξηγήστε στο δάσκαλο ότι το παιδί πρέπει να αισθάνεται ότι είναι αποδεκτή η σιωπηλή του συμπεριφορά. Η μη λεκτική επικοινωνία είναι αποδεκτή στο ξεκίνημα. Καθώς το παιδί προοδεύει στη θεραπεία, ο δάσκαλος πρέπει να συμπεριληφθεί στον θεραπευτικό σχεδιασμό, έτσι ώστε η ομιλία να ενθαρρύνεται με απλούς μη απειλητικούς τρόπους. Ένας εξατομικευμένος εκπαιδευτικός σχεδιασμός ίσως κριθεί απαραίτητος, ώστε να αντισταθμιστεί η αδυναμία του παιδιού να επικοινωνήσει προφορικά, καθώς και να βοηθήσει το παιδί να προοδεύσει επικοινωνιακά και να αισθανθεί κοινωνικά άνετα.
- Οικογενειακή εμπλοκή και γονική αποδοχή: Τα μέλη της οικογένειας θα πρέπει να εμπλακούν σε ολόκληρη την θεραπευτική διαδικασία, όπου πολύ συχνά αλλαγές στα γονικά στυλ και τις προσδοκίες τους είναι απαραίτητα, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες του παιδιού. Θυμηθείτε ότι ποτέ δεν πρέπει να πιέζετε ή να αναγκάζετε το παιδί σας να μιλήσει. Η πίεση το μόνο που έχει να προσφέρει είναι περισσότερο άγχος. Μεταδώστε στο παιδί σας ότι βρίσκεστε εκεί γι’ αυτό. Η γονεϊκή αποδοχή και κατανόηση είναι καίριας σημασίας γι’αυτά τα παιδιά.
Τέλος η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει την ανάπτυξη ενός εξατομικευμένου θεραπευτικού πλάνου, το οποίο θα εστιάζει ολικά στο παιδί και θα περιλαμβάνει προσέγγιση ομάδας. Η ομάδα θα αποτελείται από το παιδί, τον γονέα, το σχολικό προσωπικό και τους επαγγελματίες θεραπευτές. Συνεπώς μειώνοντας το άγχος, αυξάνοντας την αυτοπεποίθηση, την επικοινωνία και την κοινωνική αυτοπεποίθηση εντός μιας ποικιλίας ρεαλιστικών καταστάσεων, το παιδί που υποφέρει στη σιωπή του, θα αναπτύξει τις απαραίτητες αντισταθμιστικές ικανότητες, οι οποίες θα διευκολύνουν την κατάλληλη κοινωνική, συναισθηματική, αναπτυξιακή και ακαδημαική λειτουργικότητα.
Πηγή: paidagogiko.gr